Αναδημοσίευση: Αποκωδικοποιώντας την επιστολή Σινιρλίογλου - ΤΑ ΝΕΑ (tanea.gr) - 7 Αυγούστου 2021
Η Τουρκία πιστή στην στρατηγική την οποία σε μεγάλο βαθμό καθιστά γνωστή μέσα από τις τακτικές της, προκαλεί πάλι την Ελλάδα, με επίκεντρο τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Δια του Χουλουσί Ακάρ, εκφράζοντας την τακτική της γραφειοκρατίας μέσω «δημιουργικών» ερμηνειών των διεθνών συνθηκών, αναμοχλεύει την αποστρατιωτικοποίηση, μηχανεύεται τρόπους για αμφισβητήσεις και αναθεωρητικές διεκδικήσεις.
Η επιστολή του Φ. Σινιρλίογλου της 13ης Ιουλίου στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ αποκαλύπτει τις αναθεωρητικές προθέσεις της Τουρκίας. Εργαλειοποιεί την αποστρατιωτικοποίηση που δεν τηρεί η Ελλάδα, υπογραμμίζει την παραβίαση, επισημαίνει ότι η συγκέντρωση στρατού στα νησιά απειλεί την ασφάλειά της, για να καταλήξει: ότι η τήρηση της αποστρατιωτικοποίησης ήταν όρος -που δεν ήταν- για την παραχώρηση της κυριαρχίας και ότι η μη τήρησή του θέτει σε αμφισβήτηση την κυριαρχία των νησιών και όποιες διεκδικήσεις θαλασσίων ζωνών απορρέουν εξ αυτής της κυριαρχίας. Ειδικότερα:
1. Είναι παρωχημένη η συζήτηση να επικαλείται η Τουρκία την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών (στη συνθήκη Λωζάννης 1923 για τα νησιά του ΒΑ Αιγαίου διατυπώνεται ως περιορισμός ανάπτυξης στρατιωτικών δυνάμεων και απαγόρευση εξοπλισμού και βάσεων). Δεν πρόκειται για θεσμό διεθνούς δικαίου, αλλά για ένα ετεροβαρές συμβατικό καθεστώς, προσωρινού χαρακτήρα και προϊόν συγκυρίας. Ο περιορισμός ως πρακτική που επικράτησε στόχευε να διασφαλιστεί η διατήρηση της ειρήνης, ήτοι να προλαμβάνονται συγκρούσεις και να αποκατασταθεί το ειρηνικό περιβάλλον. Η συμφωνία φιλίας Βενιζέλου - Κεμάλ το 1930 διαμόρφωσε το πλαίσιο αυτό, διευθέτησε ειρηνικά την σύγκρουση και εμπεδώθηκε η ειρήνη. Επιπροσθέτως, η αποστρατιωτικοποίηση ως μέτρο δεν εξυπηρέτησε τη διατήρηση της ειρήνης, ούτε τη διεθνή ασφάλεια.
Η Τουρκία δεν μπορεί να επικαλείται τη Σύμβαση της Λωζάννης του 1923 για τα Στενά αφού αντικαταστάθηκε από τη συνθήκη του Μοντραί του 1936, με την οποία τα Στενά θα επανεξοπλίζονταν μαζί με τη Λήμνο και Σαμοθράκη. Ούτε νομιμοποιείται ως μη συμβαλλόμενο μέρος στη Συνθήκη των Παρισίων του 1947, με την οποία η Ιταλία παραχώρησε στην Ελλάδα άνευ όρων τα Δωδεκάνησα, να επικαλείται την υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησής τους, την οποία δεν εγείρουν τα συμβαλλόμενα κράτη, τα μόνα που νομιμοποιούνται. Ούτε για τα νησιά του ΒΑ Αιγαίου.
Οι συμβατικές υποχρεώσεις περιορισμού στρατιωτικής ανάπτυξης, όπως της συνθήκης Λωζάννης, αφενός εγείρουν λόγο λύσης τους, διότι οι περιστάσεις έχουν μεταβληθεί ριζικά (ειδικά μετά το 1974, με επιθετικές συμπεριφορές, αμφισβήτηση κυριαρχίας, 4η Στρατιά και casus belli από την Τουρκία), αφετέρου επιδρούν αρνητικά στην ασφάλεια της Ελλάδας και την στερούν από το δικαίωμα της άμυνας.
Η ασφάλεια και προστασία της κυριαρχίας της Ελλάδας για το σύνολο των νησιών, αποτελεί μέριμνα της ίδιας. Υπό το μεταπολεμικό διεθνές δίκαιο η Ελλάδα απολαύει το συμφυές, αναφαίρετο και αυξημένης ισχύος δικαίωμα να προσφύγει στο μέτρο της νόμιμης άμυνας έναντι αυθαίρετης επίθεσης. Ένα δικαίωμα που μπορεί να ασκείται και προληπτικά. Συνεπώς υπό τις συνθήκες που δικαιολογούνται εννοείται ότι δεν μπορεί να απαγορευτεί η προετοιμασία της άμυνας εξοπλίζοντας τα νησιά για τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος.
2. Υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η παραχώρηση της κυριαρχίας στα νησιά του Αν. Αιγαίου τελεί υπό την αίρεση της διατήρησης του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης. Όμως με τη συνθήκη της Λωζάννης 1923 ρητώς και άνευ όρων παραχώρησε την κυριαρχία στα νησιά αυτά και παραιτήθηκε κάθε τίτλου επ’ αυτών. Ο περιορισμός ανάπτυξης στρατιωτικών δυνάμεων είναι ειδικού σκοπού, προβλέπεται μόνο ενόψει της διασφάλισης της διατήρησης ειρήνης, δεν συνδέεται με όρο επί της παραχώρησης της κυριαρχίας. Η Τουρκία επί 57 έτη δεν αμφισβήτησε την κυριαρχία των νησιών, από το 1964 όταν για πρώτη φορά ήγειρε παραβίαση της υποχρέωσης αποστρατιωτικοποίησης.
3. Με στοχευμένες ερμηνείες η Τουρκία επιμένει στην αποστρατιωτικοποίηση προαναγγέλλοντας παράλληλα την πιθανότητα να διευρύνει την επιχείρηση αμφισβήτησης κυριαρχίας. Αυτό αφορά στα εγγύτερα μεγάλα νησιά, για να μην διεκδικούν τα παραγόμενα από τη φύση της κυριαρχίας τους δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες και να μην την εμποδίζουν με τις οριοθετήσεις τους. Ανάλογο ισχυρισμό έχει προβάλει και παλιά, όμως για πρώτη φορά επίσημα.