Βιβλιοκρισία του Αντώνη Παπαγιαννίδη

 

Disclaimer: All opinions and arguments expressed by CFIR-GR are personal and do not necessarily reflect those of the organization. 

 

50 Κανόνες Στρατηγικής στις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις – και Απαντήσεις σε 20 Κρίσιμες Ερωτήσεις, των Αθ. Πλατιά και Κων. Κολιόπουλου, Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2023, σελ. 185

Το βιβλίο αυτό των Πλατιά-Κολιόπουλου, που δόθηκε στο τυπογραφείο Ιούνιο του 2023 (δηλαδή λίγες μέρες προτού, αρχικά στις Προγραμματικές Δηλώσεις ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών, ύστερα σε συνέντευξη στον ΣΚΑΙ ο πρώτος, διευκρινίσουν – μέχρις ενός σημείου – την προσδοκία νέας προσέγγισης στα ελληνοτουρκικά, όπως προέκυψε μετά την συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο περιθώριο της Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους) αποτελεί συνέχεια δυο παλιότερων έργων: Της «Τέχνης της Στρατηγικής» των δυο ίδιων συγγραφέων (Εκδ. Δίαυλος, 2021) αλλά και του «Ελληνική Υψηλή Στρατηγική: Διάλογοι με την ηγεσία της Χώρας» των Πλατιά-Χατζηεμμανουήλ (Εκδ. ΕΥΡΑΣΙΑ, 2022) Στο μεν πρώτο επιδιωκόταν να κωδικοποιηθούν βασικοί κανόνες που οδηγούν στην διαμόρφωση τής (πάντα ολισθηρής έννοιας τής) στρατηγικής. στο δε δεύτερο, δινόταν ο λόγος σε πολιτικούς, στρατιωτικούς και οικονομικούς ηγέτες (Μητσοτάκης- Τσίπρας-Δένδιας-Κ. Φλώρος-Στουρνάρας-Θ. Βενιάμης) προκειμένου να τοποθετηθούν γύρω από την στρατηγική της Ελλάδας στην πράξη.

Εκείνο που τώρα κάνουν οι Πλατιάς-Κολιόπουλος είναι να ξεφυλλίσουν πάλι, για χάρη του (ενδιαφερόμενου) αναγνώστη την τωρινή φάση των ελληνοτουρκικών, ακριβώς υπό το πρίσμα – ακριβώς – της στρατηγικής. Οι «50 κανόνες» τους οποίους φέρνουν στο προσκήνιο, πολλοί απ’ αυτούς εξόχως προσγειωτικοί – παράδειγμα «δεν υπάρχουν τυφλοσούρτες στην στρατηγική», «κάποια στρατηγικά προβλήματα είναι άλυτα», «η γεωγραφία στήνει το σκηνικό», «χωρίς επιμελητεία, δεν έχεις στρατηγική» αλλά και «το ηθικό κάνει θαύματα, όμως μακροπρόθεσμα η ύλη επιβάλλει την λογική της» - βοηθούν τον (ενδιαφερόμενο, επαναλαμβάνουμε, δηλαδή τον μη- οπαδικό...) αναγνώστη να ξαναδιαβάσει όσα με το καρτελάκι «στρατηγική» κυκλοφορούν στον δημόσιο πολιτικό ή/και μηντιακό λόγο. Υπάρχουν όμως και επισημάνσεις ακόμη πιο ουσιαστικές παράδειγμα ο Κανόνας 41: «Όλα κρίνονται με μάχη, ακόμη κι αν αυτή δεν γίνει», ή πάλιν ο Κανόνας 38 «τίποτε δεν θα γίνει όπως το έχεις προσχεδιάσει». Με δεδομένη την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, και την έκτοτε ανεκτή (μην βαυκαλιζόμαστε!) από το διεθνές σύστημα κατοχή, ή πάλι την σύγκριση των Ιμίων/1996 με την αναμέτρηση στο Αιγαίο/Ανατ. Μεσόγειο το 2020, το ενδεχόμενο πραγματικής-πραγματικής πολεμικής εμπλοκής είναι λάθος να

λείπει από το ραντάρ. Ενώ οι κατά καιρούς υπερήφανοι (αν μη

λείπει από το ραντάρ. Ενώ οι κατά καιρούς υπερήφανοι (αν μη υπερφίαλοι...) σχεδιασμοί που διατυπώνονται δημοσίως, καλό είναι να μην κρύβουν το ενδεχόμενο εκτροχιασμού, της λάθος εκτίμησης ή και του τυχαίου.

Όμως, εκεί που η δουλειά των Πλατιά-Κολιόπουλου υπόσχεται/απειλεί να είναι πολύτιμη τους μήνες που μας έρχονται στα ελληνοτουρκικά – όποια κι αν είναι η πορεία που θα προκύψει, δε! – είναι στις 20 ερωτοαπαντήσεις για συγκεκριμένες πτυχές των σχέσεων. Κάποιες απ’ αυτές συναντώνται συχνά στην δημόσια συζήτηση, αλλά – για να είμαστε ειλικρινείς – δεν διακρίνονται από ιδιαίτερη διεισδυτικότητα στην εν λόγω συζήτηση: «Μας συμφέρει μια φιλοδυτική ή αντι-δυτική Τουρκία;»/ «μια ανεπτυγμένη ή υπανάπτυκτη Τουρκία;»

Η τωρινή στροφή Ερντογάν επανέφερε αυτή την διερώτηση στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος, αλλά το ίδιο ισχύει και με τις κινήσεις της Άγκυρας προκειμένου να εξασφαλισθεί οικονομική της στήριξη από την Μέση Ανατολή (και αποφυγή του φάσματος προσφυγής στο ΔΝΤ): Οι Πλατιάς-Κολιόπουλος φροντίζουν να επισημανθεί το πώς υπεραπλουστευτικές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να «εγκλωβίσουν την Ελλάδα σε συγκρουσιακή λογική, που μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο», πλην όμως είναι και «εκτός πραγματικότητας να υποστηρίζεται ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αναβιώσει τον παλιό στόχο της για πρόσδεση της Τουρκίας στην ΕΕ».

Γενικό πλεονέκτημα/ «δώρο» αυτής της δουλειάς προς την τρέχουσα δημόσια συζήτηση, είναι το ότι καταδεικνύει πόσο δύσκολες/απαιτητικές είναι παρόμοιες συζητήσεις. Παράδειγμα το άλλο, συχνά συναπαντώμενο ερώτημα: «σύμπραξη, προληπτικός πόλεμος ή εξισορρόπηση της Τουρκίας;», όπου όχι μόνο αποτολμάται η εκφώνηση (καν) του ενδεχόμενου προληπτικού/πρώτου πλήγματος σε μια σημερινή εκδοχή της Κονδύλιας λογικής, αλλά και ζυγιάζεται κριτικά/προσγειωτικά η προσέγγιση της σύμπραξης με την Τουρκία στα πλαίσια ενθάρρυνσης της Ευρωπαϊκής προοπτικής της Άγκυρας. Για να καταλήξουν – μέσα όμως από σύγκριση κόστους και ρίσκου – οι συγγραφείς σε «βέλτιστη ελληνική στρατηγική [την] εξισορρόπηση και αποτροπή, δηλαδή την αντιμετώπιση των τουρκικών απειλών μέσω της εσωτερικής ενδυνάμωσης και αναζήτησης συμμαχιών». (Δηλαδή περίπου εκεί που βρισκόμαστε).

Όμως δεν αποφεύγεται και το άλλο ερώτημα: «Τι κάνουμε μακροπρόθεσμα, αν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν ή χειροτερεύσουν;» - ερώτημα, ξαναλέμε, πριν την υποτιθέμενη αρχή ελληνοτουρκικής επαναπροσέγγισης μετά το Βίλνιους... Εδώ, και με ενδιάμεση αναφορά στην διάσταση της «ενδεχόμενης πυρηνικοποίηση της Τουρκίας», που επίσης σπανίως την συναντούμε στην εδώ δημόσια συζήτηση και που οδηγεί στην αναφορά του ενδεχόμενου η Ελλάδα «να αναζητήσει προστασία από μεγάλη πυρηνική δύναμη διατεθειμένη να επεκτείνει την πυρηνική της ομπρέλα ώστε να καλύψει την Ελλάδα (με extended deterrence)», τίθενται με οδυνηρά καθαρό τρόπο οι προκλήσεις που προκύπτουν και που θα βαραίνουν από την συνεχιζόμενη επιδείνωση του ισοζυγίου ισχύος.

Δεν αποτελεί αυτή η δουλειά των Πλατιά-Κολιόπουλου ούτε ανάγνωσμα που χαϊδεύει τα αυτιά όσων προσεγγίζουν τα ελληνοτουρκικά με διάθεση να κερδίσουν εύκολους πόντους στην τρέχουσα δημόσια συζήτηση (μιντιακή, ακαδημαϊκή, πολιτική), ούτε προσέγγιση που διαβάζει την έννοια της στρατηγικής χωρίς πειστική αναφορά στην έννοια του κόστους ή/και του ρίσκου των επιλογών. Γι αυτό και – θεωρούμε – είναι χρήσιμη ώστε να ουσιαστικοποιηθεί η δημόσια συζήτηση, ακριβώς σε μια κρίσιμη στροφή των ελληνοτουρκικών.