Ορισμένοι πολιτικοί στην Τουρκία διαμαρτύρονται διότι η ελληνική πολιτική ηγεσία δήθεν «καλεί ως επιδιαιτητή» στις Ελληνοτουρκικές διαφορές τις ΗΠΑ. Αυτή η διαμαρτυρία υποδηλώνει άγνοια θεμελιωδών κανόνων της διεθνούς πολιτικής. Ανέκαθεν οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν τον πρώτο αλλά και τον τελευταίο λόγο στη διαχείριση των διεθνών ζητημάτων. Οι ΗΠΑ δεν «καλούνται» ως επιδιαιτητής στα ελληνοτουρκικά-είναι εκ των πραγμάτων επιδιαιτητής. Κι αυτό γιατί καμία άλλη χώρα στον πλανήτη δεν διαθέτει τον συνδυασμό ισχύος, συμφερόντων και περιφερειακού θεσμικού ρόλου που διαθέτουν οι ΗΠΑ στην περιοχή μας.
--Tου Αθανασίου Πλατιά--
Πόσο μάλλον που η Ελλάδα και η Τουρκία είναι τοποθετημένες γεωγραφικά στην κρίσιμη, για τις ΗΠΑ, περιφερειακή ζώνη της Ευρασίας. Ο έλεγχος της Ευρασιατικής ενδοχώρας από ηπειρωτικές Δυνάμεις όπως παλαιότερα η Σοβιετική Ένωση και σήμερα ο άτυπη συμμαχία Κίνας-Ρωσίας θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλη γεωπολιτική και γεωοικονομική οντότητα αρκετή για να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία.
Συνεπώς οι ΗΠΑ φροντίζουν διαχρονικά να αναχαιτίζουν ενδεχόμενη επέκταση των Μεγάλων Ευρασιατικών Δυνάμεων ελέγχοντας την εξωτερική περίμετρο της Ευρασίας (Rimland).
Η Ελλάδα και η Τουρκία αποτελούν αλληλοσυμπληρωματικούς κρίκους σε αυτή την περιμετρική ζώνη και με αυτή την λογική εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ.
Παρά τις τουρκικές διαμαρτυρίες ότι τάχα η εμπλοκή των ΗΠΑ δυσχεραίνει την επίλυση των Ελληνοτουρκικών διαφορών, στα μάτια της Αθήνας οι ΗΠΑ δεν αποτελούν ιδανική περίπτωση για τον ρόλο του επιδιαιτητή. Αυτό οφείλεται στο ότι, όσο η Τουρκία έχει παραμείνει προσκολλημένη στη Δύση, οι ΗΠΑ έχουν ιστορικά διατηρήσει μια πολιτική «ίσων αποστάσεων» μεταξύ των δύο χωρών. Η αμερικανική αυτή πολιτική εμμέσως ενθαρρύνει τις τουρκικές διεκδικήσεις, αφού βάζει στην ίδια μοίρα τον θύτη με το θύμα.
Ενώ η Ελλάδα έχει υπάρξει ιστορικά συνεπής και αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο και για την Τουρκία, ειδικά από το 2002 και έπειτα, όταν ανέλαβε την εξουσία το ισλαμικό κόμμα του Ερντογάν. Από τότε η Τουρκία ακολουθεί μια ερμαφρόδιτη πολιτική, όπου χωρίς να έχει αποχωρήσει τυπικά από το δυτικό στρατόπεδο, αναπτύσσει στενές στρατηγικές σχέσεις με αντιπάλους της Δύσης: Ρωσία , Κίνα και με τρομοκρατικές ισλαμικές οργανώσεις. Ταυτόχρονα με στρατιωτικές επεμβάσεις αποσταθεροποιεί την ευρύτερη περιοχή. Διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ την τελευταία εικοσαετία, υπό τον φόβο να θεωρηθούν ότι «έχασαν» μια γεωπολιτικά κρίσιμη χώρα όπως η Τουρκία , άρχισαν να την κατευνάζουν, πράγμα που την αποθράσυνε περισσότερο. Έτσι η απόκλιση συμφερόντων Τουρκίας και Δύσης δεν άρχισε να μεγεθυνθεί.
Η αντιδυτική στρατηγική της Άγκυρας δημιούργησε ένα πρόσκαιρο «παράθυρο ευκαιρίας» για την Ελλάδα στην προσπάθειά της να επιτύχει ποιοτική στρατιωτική υπεροχή. Για παράδειγμα, ενώ η Τουρκία θα διέθετε 100 αεροσκάφη F-35, στα οποία η Ελλάδα δεν θα είχε να αντιπαρατάξει αεροσκάφη αντίστοιχης ποιότητας, πλέον έχει εκδιωχθεί από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35 και έχει καταλήξει να εκλιπαρεί τις ΗΠΑ για την αναβάθμιση των υπαρχόντων αεροσκαφών F-16, δηλαδή αεροσκαφών προηγούμενης γενιάς από εκείνα που αποκτά η Ελλάδα. Αυτή η δραματική ανατροπή της κατάστασης στον τομέα των εξοπλισμών οφείλεται αποκλειστικά στις αντιδυτικές πολιτικές επιλογές της τουρκικής ηγεσίας, οι οποίες με τη σειρά τους την εξώθησαν στην απόκτηση των ρωσικών πυραύλων S-400.
Αυτό το «παράθυρο ευκαιρίας» για την Ελλάδα προσπαθεί να κλείσει ο Ερντογάν τώρα ακολουθώντας μια έξυπνη διπλή στρατηγική. Από την μιά τείνει μια -υποκριτική- «χείρα φιλίας» προς την Ελλάδα για να αποκτήσει μια έξωθεν καλή μαρτυρία και από την άλλη εκβιάζει τις ΗΠΑ με τον εκτροχιασμό της Σουηδικής υποψηφιότητας στο ΝΑΤΟ εάν δεν αποδεσμευτούν τα αεροσκάφη F-16. Αυτό το «ανατολίτικο παζάρι» παρακολουθούμε αυτές τις μέρες με την επίσκεψη Μπλίνκεν σε Τουρκία και Ελλάδα. Αποτελεί βέβαια εξευτελισμό για τις ΗΠΑ το να υφίσταται εκβιασμό από την «σύμμαχο» Τουρκία.
Ο Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και συγγραφέας (με τον Κωνσταντίνο Κολιοπουλο) του βιβλίου «50 Κανόνες Στρατηγικής στις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις» (Αθήνα, Δίαυλος, 2023).