Π. Λιάκουρας: Οι νομικές αυθαιρεσίες του Πούτιν

 

Disclaimer: All opinions and arguments expressed by CFIR-GR are personal and do not necessarily reflect those of the organization. 

Αναδημοσίευση ΤΑ ΝΕΑ - 9 Απριλίου 2021

Σχεδόν έξι εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και χωρίς μέχρι στιγμής να έχουν αποδώσει κάτι θετικό οι απευθείας ή με διαμεσολάβηση συνομιλίες των δύο πλευρών, μπορούν να καταγραφούν οι πρώτες σκέψεις:

Η Ρωσία με αφορμή την συμπλήρωση ενός μήνα στρατιωτικών επιχειρήσεων ανακοίνωσε ότι η πρώτη φάση τους ολοκληρώθηκε, δηλώνοντας ότι  εξαρχής δεν προτίθετο να καταλάβει το Κίεβο και το Χάρκοβο. Η ανεξαρτητοποίηση δια της καθοδηγούμενης απόσχισης των περιοχών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, ήταν η πρώτη κίνηση της Μόσχας στο παζλ της Ουκρανίας γιατί με αυτήν δημιούργησε τετελεσμένα και τις αναγνώρισε ως ανεξάρτητα κράτη, τα οποία με τη σειρά τους -προφανώς κατόπιν οδηγιών της- προσχηματικά αιτήθηκαν αμυντική συνδρομή.  Έτσι η Ρωσία παρουσίασε την εισβολή ως άσκηση της συλλογικής άμυνας. Επικαλέστηκε μάλιστα το άρθρο 51 του Χάρτη/ΗΕ που προβλέπει το συμφυές δικαίωμα της άμυνας για κάθε κράτος, όταν έχει δεχθεί μεγάλης κλίμακας ένοπλη επίθεση.

Μάλιστα για να δικαιολογήσει την απόσχιση και την εισβολή ως απαραίτητες προέβαλε τον (αβάσιμο) ισχυρισμό ότι η Ουκρανία διέπραττε το έγκλημα της γενοκτονίας σε βάρος των Ρωσόφωνων. Στο ίδιο πλαίσιο ενέπλεξε και το αφήγημα περί αποναζιστικοποίησης.  Το επιχείρημα περί απειλής της ασφάλειάς της ενώπιον ενδεχόμενης ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν πρόφαση. Υποστήριξε ακόμη ότι η Ουκρανία δεν τήρησε το καθεστώς αυτονομίας των περιοχών όπως προβλέφθηκε με τη συμφωνία του Μινσκ 2014. Αντίμετρα όμως για την μη τήρηση της συμφωνίας δεν συνεπάγονται ούτε απόσχιση, ούτε χρήση βίας, διότι εκτός από υπερβολικό μέτρο παραβιάζει θεμελιώδη κανόνα του διεθνούς δικαίου.  

Η απόσχιση θα μπορούσε μόνο ως επανορθωτική (remedial secession) να έχει βάση υπό τις προϋποθέσεις που έχει καταγράψει η διεθνής πρακτική και μόνον κατασταλτικά. Η Ρωσία στην απόσχιση τόσο της Κριμαίας όσον και του Ντονμπάς έδρασε προληπτικά, χωρίς να στοιχειοθετούνται οι ανάλογες συνθήκες συστηματικής εξόντωσης του πληθυσμού και η απόσχιση να είναι έσχατο μέσο.   

Η Μόσχα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ένοπλη επίθεση ως νόμιμη άμυνα ή ακόμη ως αμυντική συνδρομή, εν τη απουσία μιας πραγματικής ή επικείμενης μεγάλης κλίμακας ένοπλης επίθεσης από την Ουκρανία ή μιας εξουσιοδότησης από το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ)/ΗΕ. Άλλωστε οι αποσχισθείσες περιοχές Ντονέτσκ και Λουχάνσκ δεν είναι κυρίαρχα κράτη αφού εξαρτώνται από τη Ρωσία, προκειμένου θεμιτά να απαιτήσουν νόμιμη άμυνα ή να την αιτηθούν ως συλλογική συνδρομή. Η πρόωρη αναγνώρισή τους από τη Ρωσία εν μέσω πολέμου είναι καταχρηστική και συνιστά μόνο παράνομη επέμβαση και απάρνηση της κυριαρχίας της Ουκρανίας.  

Η μεγάλης κλίμακας συνολική ένοπλη  επίθεση της Ρωσίας στις αποσχισθείσες περιοχές, στο Κίεβο και στην παράκτια ζώνη, συνιστά βάναυση παραβίαση του αναγκαστικού κανόνα απαγόρευσης χρήσης βίας και δικαιολογεί μόνον την άμυνα της Ουκρανίας. Η Ρωσία προκειμένου να επιτύχει στα επεκτατικά σχέδιά της, όχι μόνο στερεί την αυτοδιάθεση του πληθυσμού όντας υπό τον κλοιό χρήσης βίας και πολιορκίας, αλλά διαπράττει και εγκλήματα πολέμου, με στρατιωτικές επιθέσεις αδιακρίτως κατά αμάχων. Εκτός από την διεθνή καταδίκη και τις προειδοποιήσεις για νέες κυρώσεις, τα εγκλήματα πολέμου τα οποία διαπράχθηκαν από τη Ρωσία στην Ουκρανία ερευνά ο εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για να ασκήσει διώξεις κατά των αυτουργών.   

Η Ρωσία κάνοντας κατάχρηση του δικαιώματος αρνησικυρίας (veto) κλείδωσε το ΣΑ/ΗΕ και προσπέρασε το κώλυμα του διεθνούς δικαίου για να πετύχει αυτό που θεώρησε «απαραίτητη στρατιωτική επιχείρηση». Αποκλείστηκε η πιθανότητα καταδίκης ή κυρώσεων τόσο για την απόσχιση και την αναγνώριση ανεξαρτησίας των προϊόντων της, όσο και για την απαγορευμένη χρήση ένοπλης επίθεσης. Ακύρωσε ό,τι προσπάθησε το σύγχρονο διεθνές νομικό σύστημα να προλαμβάνει για να διατηρηθεί η ειρήνη και ασφάλεια. Όμως δεν θα αποφύγει την δικαστική κρίση για τα εγκλήματα πολέμου, ήδη η διαδικασία με την προκαταρκτική εξέταση από τον Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου έχει ενεργοποιηθεί, και θα συνεχιστεί ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη για τις φρικαλέες μαζικές εκτελέσεις αμάχων στην Μπούτσα. Εξάλλου έχουν προηγηθεί αποφάσεις τόσο του Διεθνούς Δικαστηρίου όσο και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με τις οποίες διατάσσεται η Ρωσία να απέχει από στρατιωτικές επιθέσεις εναντίον αμάχων πολιτών.

Πέτρος Λιάκουρας: Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς