Η ήπια ισχύς ως εργαλείο υψηλής στρατηγικής: η ανάγκη ενίσχυσης της δημόσιας διπλωματίας

 

Disclaimer: All opinions and arguments expressed by CFIR-GR are personal and do not necessarily reflect those of the organization. 

Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής 4/4/2021

του Νικολαου Κυριαζή, ομότιμου Καθηγητή στο Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

και του Αθανασίου Πλατιά, καθηγητή στρατηγικής, και προέδρου του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστημίου Πειραιως

Σε πρόσφατη συζήτηση για την Ελληνική υψηλή στρατηγική στο Ελληνικό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (12/2/2021) ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι ένας από τους στόχους της χώρας για τις επόμενες δεκαετίες είναι η ισχυροποίηση της εικόνας, της φήμης (nation branding) και της αξιοπιστίας της. Με αλλά λόγια, επεσήμανε την ανάγκη η Ελλάδα να γίνει πιο πειστική και πιο ελκυστική στην διεθνή κοινή γνώμη, να αναπτύξει δηλ. την ήπια ισχύ της (soft power) «...και την δυνατότητα της να ασκεί ενεργό πολιτική με ενδεχόμενους μη παραδοσιακούς τρόπους». Σε αυτό το άρθρο θα επιχειρηματολογήσουμε ότι η δημόσια διπλωματια είναι ένας από τους πιο σημαντικούς κρατικούς θεσμούς διαχείρισης της ήπιας ισχυος και μπορεί αν χρησιμοποιηθεί σωστά να αυξήσει την φήμη, την πειθώ και την θελκικοτητα της χώρας. Η ήπια ισχυς βέβαια, όπως σωστά επεσήμανε ο πρωθυπουργός, λειτουργεί συμπληρωματικά και όχι ως υποκατάστατο της παραδοσιακής «σκληρής ισχύος » της χώρας.

Υψηλή στρατηγική είναι η «θεωρία» ενός κράτους για το πως θα ενισχύσει την ασφάλεια του σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Η «θεωρία» αυτή δοκιμάζεται στην πράξη και κρίνεται από τα στρατηγικά αποτελέσματα που παράγει (η αποτυγχάνει να παράγει). Η υψηλή στρατηγική κάθε χώρας βασίζεται σε τουλάχιστον τρεις πυλώνες:

Πρώτον, την ανάλυση του διεθνούς και τοπικού περιβάλλοντος όπου προσδιορίζονται οι απειλές, οι αντίπαλοι, και οι ευκαιρίες που παρουσιάζονται (η θα παρουσιαστούν σε βάθος χρόνου) στον στρατηγικό ορίζοντα κάθε χώρας.

Δεύτερον, την συγκεκριμενοποίηση και ιεράρχηση των πολιτικών στόχων κάθε χώρας και την κινητοποίηση όλων των μέσων ισχυος που έχει η χώρα στην διάθεση της για την επίτευξη αυτών των στόχων. (Αν τα μέσα δεν επαρκούν τότε πρέπει είτε να αυξηθούν τα διαθέσιμα μέσα η να περιοριστούν οι πολιτικές επιδιώξεις).

Τρίτον, την επιλογή του ιδανικού συνδυασμού των μέσων ισχυος (policy mix) και καθορισμού του τρόπου που τα μέσα αυτά θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη των στόχων (ends-means-ways). Ορισμένες φορές έμφαση δίνεται σε παραδοσιακά μέσα «σκληρής ισχύος» (hard power) όπως η στρατιωτική ισχύς, η οικονομική ισχύς και οι συμμαχίες, άλλες φορές σε εργαλεία «ήπιας ισχύος» όπως, για παράδειγμα, η πειθώ, η φήμη, η ελκυστικότητα (soft power) η, τέλος, σε «έξυπνο» συνδυασμό των ανωτέρω εργαλείων «σκληρής» και «ήπιας ισχύος» (smart power)

Τα αποθέματα ήπιας ισχύος που έχει η χώρα είναι πολλά και της επιτρέπουν να δομήσει ένα ελκυστικό «αφήγημα». Αρκούν ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα : αρχαία φιλοσοφία, ιστορία, πολιτισμός (που την καθιστούν πολιτιστική υπερδύναμη), γλώσσα, αξιακό σύστημα, γέννηση δημοκρατίας, ναυτική παράδοση αιώνων, χώρα ανεκτική, φιλόξενη, φιλελεύθερη, εξωστρεφής, ειρηνική, τουριστικά ελκυστική, απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς, οικολογικά ευαίσθητης, με ισχυρούς δεσμούς με μια ακμάζουσα διασπορά, μετριοπαθής εξωτερική πολιτική, συμμετοχή στους σημαντικότερους δυτικούς θεσμούς, διεθνής συνεργασία, διαχρονική αξιοπιστία στις συμμαχικές υποχρεώσεις.

Το «αφήγημα»κάθε χώρας το διαχειρίζεται και το προωθεί κατά κύριο λόγο η δημόσια διπλωματία της (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλες χρήσιμες συνιστώσες όπως η πολιτιστική διπλωματια). Έργο της δημόσιας διπλωματίας είναι η προώθηση μια θετικής εικόνας για την χώρα και η οικοδόμηση σχέσεων όχι μόνο με επισήμους φορείς άλλων χωρών - που είναι το έργο της παραδοσιακής διπλωματίας- αλλά κυρίως με τις κοινωνίες τους (πχ. διαμορφωτές κοινής γνώμης, ιδρύματα, think tanks, μη κυβερνητικούς οργανισμούς). Βασικά χαρακτηριστικά της είναι η εξωστρέφεια, η διαδραστικότητα και η αξιοπιστία. Η διαχείριση της πληροφορίας μπορεί να γίνει «πολλαπλασιαστής ισχύος για όποιον γνωρίζει να την αξιοποιεί.

Με αλλά λόγια, η δημόσια διπλωματια αφορά την επικοινωνία μιας κυβέρνησης με την κοινή γνώμη άλλων χωρών ώστε να γίνουν κατανοητές οι αξίες, οι ιδέες, οι επιδιώξεις και οι πολιτικές του αντιπροσωπευόμενου από αυτήν κράτος. Για την αποτελεσματική άσκηση επιρροής- που είναι πάντα το επιδιωκόμενο στρατηγικό αποτέλεσμα-επιστρατεύονται πολλά επιστημονικά πεδία όπως η πολιτική επιστήμη, η κοινωνική ψυχολογία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η στρατηγική επικοινωνία και το marketing.

Στην Ελλάδα δυστυχώς η επικρατούσα αντίληψη για την Δημόσια Διπλωματία είναι πως αποτελεί παλιομοδίτικο μίγμα δημοσίων σχέσεων και επισκοπήσεων τύπου.. Όμως, η Δημοσια Διπλωματια είναι κάτι πολύ παραπάνω από αυτό: είναι το πως μάχεται μια χώρα στον αφανή, ακήρυκτο και αδιάλειπτο «πόλεμο των ιδεών». Με την άσκηση επιρροής στην κοινή γνώμη ξένων χωρών δημιουργείται ένα ιδεολογικό περιβάλλον ευνοϊκό προς την χώρα και εχθρικό προς το «αφήγημα» των στρατηγικών της αντιπάλων. Προς τούτο, αξιοποιεί, πέραν των παραδοσιακών τρόπων (μορφωτικές και πολιτιστικές ανταλλαγές, ακαδημαϊκές ανταλλαγές, τουριστική προβολή, σχέσεις με μέσα μαζικής ενημέρωσης (όπως εφημερίδες, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, χρήση των social media, διαδίκτυο) και με άλλους, μη συμβατικούς τρόπους, με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών (εικονική πραγματικότητα, επαυξημένη πραγματικότητα, νευρωνικά δίκτυα, εργαλεία μηχανικής μάθησης, λογισμικό φυσικής γλώσσας , εργαλεία γραφής κλπ).

Το πεδίο της αντιπαράθεσης για την απόκτηση επιρροής δεν περιορίζεται στους συμβατικούς και σχετικά ελεγχόμενους χώρους και έχει επεκταθεί και στο «βαθύ» και «σκοτεινό» διαδίκτυο (deep and dark web).

Το διακύβευμα δεν είναι άλλο από την εξυπηρέτηση της υψηλής στρατηγικής , μέσω της απόκτησης «Ασφάλειας Φήμης» (Reputational Security) και την προστασία αυτής της φήμης από κακόβουλους ανταγωνιστές που προσπαθούν να αποδομήσουν την εικόνα της χώρας (sharp power). Η δημιουργία «καλής φήμης» για μια χώρα λειτουργεί ως καταλύτης για την επίτευξη συμμαχιών, δημιουργίας αποτελεσματικών ομάδων πίεσης (lobbies), και γενικώς θετικών εντυπώσεων, στάσεων και τελικά, συμπεριφορών. Όλη αυτή η διαδικασία φυσικά δεν επιτυγχάνεται σε μια νύχτα, συνεπώς κατατάσσεται στη σφαίρα των μακροχρόνιων στρατηγικών επιδιώξεων μιας χώρας. Όπως κάθε στρατηγικός στόχος αποτελείται από επιχειρησιακές και τακτικές συνιστώσες, που και αυτές με τη σειρά τους απαιτούν, σχεδιασμό, μεθοδολογία, γνώση της θεωρίας λήψης αποφάσεων, ευχέρεια στη χρήση αναλυτικών εργαλείων.

Ένα πρόσφατο παράδειγμα αρκεί για να αναδείξει την σημασία της δημόσια διπλωματίας στην επιτυχή (η μη) διαμόρφωση της εικόνας της χώρας σε ένα κρίσιμο ζήτημα εθνικής ασφαλείας. Η έξαρση του μεταναστευτικού προβλήματος και η πρόσφατη κρίση στον Έβρο ανέδειξαν ένα σημαντικό έλλειμμα της χώρας στο πεδίο άσκησης επιρροής σε ξένα ακροατήρια. Ακόμη και αν περιστασιακά καταγράφηκαν ορισμένες επιτυχίες, αυτές οφείλονται σε ατομικές πρωτοβουλίες και δεν προκύπτουν ως προϊόν στρατηγικής σχεδίασης και προγραμματισμού. Η αντιμετώπιση της ασύμμετρης επίθεσης στον Έβρο, έφερε ξανά στην επιφάνεια το έλλειμμα πρόσβασης και επιρροής στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η εικόνα που δημιουργήθηκε από το μπαράζ ψευδών δημοσιευμάτων (fake news) από τάχα «έγκυρα» διεθνή μέσα ενημέρωσης έφερε την σφραγίδα της «κακόβουλης ισχυος» (sharp power) αντιπάλων που ήθελαν να πλήξουν την εικόνα της χώρας.

Τα αιτήματα από ξένα μέσα μαζικής ενημέρωσης την περίοδο εκείνη για ρεπορτάζ σχετικά με υποτιθέμενους φόνους μεταναστών στα χερσαία ή θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας μετρώνταν σε δεκάδες κάθε ημέρα. Η εμπλοκή φαινομενικά έγκυρων «μη κυβερνητικών οργανώσεων», προσέδιδε επίχρισμα αντικειμενικότητας, επιστημονικότητας και σοβαρότητας στις υβριδικές αυτές επιθέσεις. Η ελληνική πλευρά φάνηκε ότι αδυνατούσε, όχι μόνο να προλάβει την εκδήλωση τέτοιων επιθέσεων αλλά ούτε και να τις αποκρούσει επιτυχώς, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αυτές συνεχίστηκαν επι μακρον, με την ίδια επιχειρηματολογία. Αυτό σημαίνει ότι η διεθνής κοινή γνώμη εξακολουθεί να αγνοεί τη φύση και το μέγεθος της υβριδικής επίθεσης που δέχεται η Ελλάδα και έτσι να στοχοποιείται για παράνομη συμπεριφορά κατά μεταναστών (βλ. Ψήφισμα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου ).

Το συμπέρασμα της πιο πάνω ανάλυσης είναι ότι η «ήπια ισχύς» είναι ένα σημαντικό εργαλείο της υψηλής μας στρατηγικής που συμπληρώνει την «σκληρή» ισχύ της χώρας, δηλ. την αποτρεπτική της δυνατότητα. Η αναβάθμιση της εικόνας και της φημης της χώρας στο διεθνές στερέωμα (nation branding) μπορεί να δώσει ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα με δεδομένο το ότι η χώρα διαθέτει ένα πολλαπλώς ελκυστικό «αφήγημα». Το «αφήγημα» όμως αυτό πρέπει να ειπωθεί πειστικά από επαγγελματίες που έχουν την τεχνογνωσία να το κάνουν. Η διαχείρηση αυτού του αφηγήματος είναι το κύριο μέλημα της δημόσιας διπλωματίας. Η έλλειψη προβολής από την μια πλευρά και η κακόβουλη παραπληροφόρηση από την άλλη βλάπτουν την εικόνα και την φήμη της χώρας στο εξωτερικό και κατά συνέπεια βλάπτουν τα στρατηγικά συμφέροντά της. Η Ελλάδα φαίνεται να υστερεί στο συγκεκριμένο πεδίο του «πολέμου των ιδεών», της ασύμμετρης-υβριδικής αντιπαράθεσης. Επισημαίνεται πως η ασύμμετρη-υβριδική επικοινωνιακή αντιπαράθεση δεν λαμβάνει χώρα μόνο στα mainstream μέσα μαζικής ενημέρωσης και think tanks, όσο κυρίως, στο διαδίκτυο (π.χ. στα εκατοντάδες ενημερωτικά sites, και κυρίως σε εξειδικευμένους ιστότοπους). Αν η χώρα θέλει να ενισχύσει την ήπια ισχύ της, όπως σωστά επεσήμανε πρόσφατα ο πρωθυπουργός, τότε πρέπει να αξιοποιήσει καλύτερα την δημόσια διπλωματια της και να επενδύσει ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους σε αυτό το μη παραδοσιακό εργαλείο ισχύος και άσκησης επιρροής.